- προσφωνήσεσι
- προσφώνησιςaddressingfem dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσφώνηση — η / προσφώνησις, ήσεως, ΝΜΑ [προσφωνῶ] το να απευθύνει κανείς χαιρετιστήριο λόγο, η προσλαλιά, η προσαγόρευση αρχ. 1. αφιέρωση («τετιμημένος ὑπ αὐτοῡ προσφωνήσεσι γραμμάτων φιλοσόφων», Πλούτ.) 2. μεταβίβαση ιδιοκτησίας 3. δήλωση, διακήρυξη 4.… … Dictionary of Greek